- επεύχιον
- ἐπεύχιον, το (Μ)μικρό χαλί ή άλλο τεμάχιο χοντρού υφάσματος στο οποίο γονάτιζε ο πιστός για να προσευχηθεί.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ἐπεύχιον — praying carpet neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπεύχια — ἐπεύχιον praying carpet neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πεύκι — Oνομασία 2 οικισμών. 1. Μικρός ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 300 μ.), στην πρώην επαρχία Ολυμπίας, του νομού Ηλείας. Υπάγεται διοικητικά στην κοινότητα Αλιφείρας. 2. Παράλιος οικισμός (υψόμ. 5 μ.), στην πρώην επαρχία Ιστιαίας. Υπάγεται διοικητικά… … Dictionary of Greek